αιγυπτιολογία

Greek

Pronunciation

IPA: [eʝiptioloˈʝia]

Noun

αιγυπτιολογία • (aigyptiologíaf (uncountable)

  1. Egyptology

Declension

Declension of αιγυπτιολογία
singular
nominative αιγυπτιολογία (aigyptiología)
genitive αιγυπτιολογίας (aigyptiologías)
accusative αιγυπτιολογία (aigyptiología)
vocative αιγυπτιολογία (aigyptiología)