αυτόματη ταμειολογιστική μηχανή
Greek
Etymology
From αυτόματος (aftómatos, “automatic”) + ταμείο (tameío, “cash”) + λογιστικός (logistikós, “accounting”) + μηχανή (michaní, “machine”).
Pronunciation
- IPA(key): /afˈtomati tamʝoloʝistiˈki mixaˈni/
Noun
αυτόματη ταμειολογιστική μηχανή • (aftómati tameiologistikí michaní) f (plural αυτόματες ταμειολογιστικές μηχανές)
- alternative form of αυτόματη ταμειακή μηχανή (aftómati tameiakí michaní)