ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας

Greek

Noun

ελεγκτών εναέριας κυκλοφορίας • (elegktón enaérias kykloforíasm or f

  1. plural of ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας (elegktís enaérias kykloforías)