κερατοειδής χιτώνας

Greek

Alternative forms

  • κερατοειδής χιτών (keratoeidís chitón)
  • κερατοειδής (keratoeidís)

Noun

κερατοειδής χιτώνας • (keratoeidís chitónasm (plural κερατοειδείς χιτώνες)

  1. cornea