πρό-
See also:
προ
,
πρό
,
and
προ-
Greek
Prefix
πρό-
• (
pró-
)
alternative form of
προ-
(
pro-
)
(
before
)
πρό-
(
pró-
)
+
θέμα
(
théma
,
“
stem
”
)
→
πρόθεμα
(
próthema
,
“
prefix
”
)
Derived terms
Greek terms prefixed with πρό-
πρόγευμα
πρόκειται
Greek terms prefixed with προ-
προαίσθημα
προαλείφω
προαναγγέλλω
προαναφέρω
προανάφλεξη
προβάλλω
προβιομηχανικός
προβλέπω
προγαμιαίος
προγεννητικός
προγιαγιά
προειδοποιώ
προέρχομαι
προετοιμάζω
προαγωγή
προηγούμαι
προημιτελικός
προθείος
προκαλώ
προκαταβάλλω
προλαβαίνω
προλαμβάνω
προμνησία
πρόξενος
πρόπερσι
αποπνευμάτωση
πρόεδρος
προετοιμασία
προκόβω
προκύπτει
προληπτικός
προμηνύω
προφασίζομαι
προπύργιο
προσκήνιο
προστατεύω
προσχέδιο
αντιπροτείνω
προτείνω
προτελευταίος
προτιμάω
προτρέπω
προϋπηρεσία
προϋπόθεση
προφέρω
προφθάνω
προφταίνω
προφτάνω
προφυλάσσω
προχωράω
προωθώ